Τρίτη, Αυγούστου 09, 2005

Να περνάει ο καιρός....

Τίποτα. Όλα αρνητικά.
Διάθεση που σέρνεται στο πάτωμα.
Δεν ξέρω γιατί ανοίγω τον υπολογιστή, τι θέλω να κρατήσω από αυτή τη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Σκέψεις.
Αρνητικές ως επι το πλείστον.
Έχω κουραστεί αλλά δεν έχω και δύναμη να αντιδράσω.
Λείπουν οι κινητήριες δυνάμεις. Τα όνειρα, οι στόχοι, έχουν θαφτεί σαν εργαλεία πολέμου. Σαν τόμαχωκ.
Δεν είναι πεσιμιστικό, αλλά πριν από λίγο σκεφτόμουνα ότι τα όνειρά μου, και οι στόχοι μου, εστιάζονται στο να έχω ένα καλό τάφο.
Δε βλέπω τι άλλο μπορώ να περιμένω.
Τι μπορώ να αλλάξω τι να αφήσω πίσω στην κοινωνία που ζω.
Αυτό, το να αφήσεις κάτι πίσω σου, όταν θα έχεις αποχωρήσει "εις τας αιωνίους μονάς" ήταν πάντα ένα κίνητρο.
Υστεροφημία.
Μα τώρα, σε αυτή την ηλικία που είμαι, τι να προλάβω να αφήσω;
Απλά άφησα το χρόνο να φύγει.
Και φυσικά αυτός έφυγε.
Άφησα τις ευκαιρίες ανεκμετάλλευτες (τώρα μεταξύ μας, δεν νομίζω ότι ήταν και πολλές), και αυτές βέβαια "χορτάριασαν", πάνε φύγανε.
Τι έκανα όλο αυτό τον καιρό; Πού "ταξίδεψα", πού "ξοδιάστηκα";
Γιατί το ταξίδι χρονικά είναι μακρινό. Τοπικά, μοιάζει να είναι ... επιτόπιο.
Θερινές διακοπές.
Απλή διεκπεραίωση και αυτές. Πέρασμα των ημερών. Μια πικρή γεύση. Και στιφή.
Σε λίγο η επιστροφή. Καμιά διάθεση για σχεδιασμούς, για στόχους για δράσεις....
Τι νόημα έχει;
Καταλήγω στο ... να περνάει ο καιρός.
Τώρα θα πει κανείς και αν περάσει; Φτάνει αυτό;
Φτάνει δε φτάνει, αυτό είναι.
Και γιατί τα γράφω όλα αυτά;
Ψευδαίσθηση.
Ισως γράφοντάς τα, τα .... ξορκίσω.
Ίσως ξυπνήσει μέσα μου το κοιμισμένο άτι και αρχίσει να καλπάζει.
Καλά, σιγά.
Κι αν ξυπνήσει, το κουτσό άλογο θα ξυπνήσει.
Το ίδιο βαρύ με μένα.
Μόνο που αυτό είναι α-λογο, ενώ εγώ, υποτίθεται, λογικός.
Και ο καλπασμός θέλει δύναμη. Το κουτσό μου άλογο την έχει χάσει και αυτό.
Μεσημέρι Τρίτης.
Λίγο συννεφιά, ζέστη, τζιτζίκια που τραγουδάνε και χαίρονται.
Το ανέκδοτο, ανατροπή του αισώπειου μύθου, έχει βάση.
Τα τζιτζίκια θα χαίρονται και το χειμώνα.
Τα μυρμηγκάκια, θα κλαίΜε τη μιζέρια μας χειμώνα καλοκαίρι.
Και όσο φτάνει το τέρμα- και ήδη έχει πλησιάσει πολύ- και όσο τα όνειρα πέφτουν από το ντουλάπι των "θα κάνω", στο καλάθι των αχρήστων που μουχλιάσανε, τόσο το κλάμα θα γίνεται πνιχτό και επώδυνο.
Για τα όνειρα, που δεν ονειρευτήκαΜε
Για τους έρωτες, που δεν τολμήσαΜε
Για την Ζωή, που δε τη ζήσαΜε.